- πεντηκονταταλαντία
- ἡ, Αποσό πενήντα ταλάντων.[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντήκοντα + τάλαντον (πρβλ. δεκα-ταλαντία)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
πεντηκονταταλαντία — πεντηκονταταλαντίᾱ , πεντηκονταταλαντία fifty talents fem nom/voc/acc dual πεντηκονταταλαντίᾱ , πεντηκονταταλαντία fifty talents fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)